Glossary entry

Greek term or phrase:

προσκυρούμενο

English translation:

compulsorily annexed

Added to glossary by Spyros Salimpas
Mar 8, 2022 22:22
2 yrs ago
18 viewers *
Greek term

προσκυρούμενο

Greek to English Law/Patents Law: Contract(s)
Να προβαίνει σε αγορά προσκυρούμενου οικοπεδικού τμήματος στην ιδιοκτησία του εντολέα ή από οποιοδήποτε άλλο Δημοτικό ή Δημόσιο Φορέα, καθώς και από ιδιώτη.

Proposed translations

+1
1 hr
Selected

annexed

...purchase of a section of a plot of land annexed to...

προσκυρώνω
1) ΜΤΒ (+αιτ. και πρόθ. σε {+αιτ.})
α. Πραγματοποιώ προσκύρωση· αφαιρώντας αναγκαστικά την κυριότητα από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τη δίνω σε άλλο
β. (ειδικότ.) Προσαρτώ οικοπεδική έκταση σε γειτονική της, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ρυθμίσεις ρυμοτομικού σχεδίου την καθιστούν μη οικοδομήσιμη
Κοινόχρηστοι χώροι καταργήθηκαν και προσκυρώθηκαν σε όµορο ακίνητο
http://lexicon-neohel.patakis.gr/el/lexikon/lemma?id=67560

https://en.wikipedia.org/wiki/Municipal_annexation

--------------------------------------------------
Note added at 10 hrs (2022-03-09 08:34:02 GMT)
--------------------------------------------------

Αν πρόκειται για την πρώτη σημασία, για να είμαστε ακριβέστεροι, μπορούμε να προσθέσουμε το "compulsorily".

Η προσάρτηση (σημ. 2) που προκύπτει από αγορά μετά από αναγκαστική απαλλοτρίωση μπορεί επίσης να γίνει σαφέστερη με την προσθήκη του "compulsorily": a plot of land compulsorily annexed to...
Peer comment(s):

neutral Peter Close : Good morning, Annexation is not necessarily compulsory.
8 hrs
Thanks. I'll add "compulsorily".
agree Anastasia Kalantzi
8 hrs
Thanks
Something went wrong...
4 KudoZ points awarded for this answer. Comment: "Ευχαριστώ!"
8 hrs

compulsorily transferred or transferred compulsorily

See:

https://lexiko.ellinopedia.com/προσκυρώνω

Μπαμπινιώτης – Προσκύρωση – 1. η αναγκαστική απόδοση σε κάποιον της κυριότητας πράγματος που άνηκε σε άλλον με δικαστική πράξη 2. (σε περίπτωση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης) η προσάρτηση μη οικοδομήσιμου οικοπέδου σε γειτονικό ακίνητο.

https://www.wordreference.com/engr/compulsory

https://www.google.co.uk/search?q="compulsorily transferred"...

https://www.google.co.uk/search?q="compulsorily transferred"...

https://www.google.co.uk/search?q="transferred compulsorily"...


--------------------------------------------------
Note added at 11 hrs (2022-03-09 10:18:57 GMT)
--------------------------------------------------

Also see:

https://www.google.co.uk/search?q="compulsorily transfer" ow...
Something went wrong...
Term search
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search