parapet παραπέτο
Creator: | |
Language pair: | French法语译成Greek希腊语 |
Definition / notes: | το τμήμα του τείχους ψηλότερα από το cordon πλάι στις κανιονοθυρίδες και τις πολεμίστρες.Χρησίμευε για την κάλυψη των στρατιωτών και τη συγκράτηση των εσωτερικών επιχωματώσεων.'Ηταν το πιο ευάλωτο τμήματ του τείχους ενός φρουριου και δέχονταν τις περισσότερες επιθέσεις.'Ηταν ως επιφάνεια κακλιμένο προς την εσωτερική μεριά του τείχους. |
Your current localization setting
Chinese汉语
Select a language
Close search